της Μαίρης Αποστολίδη (*)
"Κανείς δεν είναι πιό επικίνδυνος από εκείνον που φαντάζεται τον εαυτό του αγνό στην καρδιά," έγραψε ο Τζέιμς Μπάλντγουιν. "Διότι η αγνότητά του, εξ ορισμού, είναι απρόσβλητη." Άν η ιστορία έχει διδάξει κάτι, είναι ότι τα λόγια του Μπάλντγουν επιβεβαιώνονται ξανά και ξανά. Όμως, καμμία περίοδος δεν τον επιβεβαιώνει με τόση αγριότητα όσο η Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα.
Ο ιδεολογικός της σκοπός ή, τουλάχιστον, το επίσημο αφήγημα, ήταν η κάθαρση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και της κοινωνίας συνολικά από τα "αντιδραστικά" στοιχεία, καπιταλιστές, αντεπαναστάτες και "εκπροσώπους της αστικής τάξης" που, υποτίθεται, είχαν παρεισφρήσει στη χώρα. Για να το πετύχει αυτό, ο Μάο Τσετούνγκ επιστράτευσε τη νεολαία, τη φρέσκια γενιά που δεν είχε διαφθαρεί από τις παλιές ιδέες. Τους ονόμασε "Ερυθροφρουρούς" και τους τοποθέτησε στην πρωτοπορία μιάς "επανάστασης" που, στην πραγματικότητα, δεν ήταν παρά μιά πολιτική κίνηση για να ανακτήσει την εξουσία του στο κόμμα, καθώς είχε αρχίσει να χάνει τον έλεγχο.
Η Πολιτιστική Επανάσταση γρήγορα εξελίχθηκε σε μιά φρενήρη αυτοκαταστροφική δίνη βίας, παραλογισμού και εκκαθαρίσεων χωρίς τέλος. Ξεκίνησε με μιά φαινομενικά ασήμαντη κίνηση. Στις 16 Μαΐου 1966, ο Μάο δημοσίευσε μιά επιστολή κατηγορώντας υψηλόβαθμα στελέχη του κόμματος για "δεξιές παρεκκλίσεις." Εννέα ημέρες αργότερα, όμως, συνέβη κάτι που άναψε πραγματικά τη σπίθα, μιά νεαρή καθηγήτρια φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Πεκίνου, η Νιέ Γιουανζί, κόλλησε στον πίνακα ανακοινώσεων ένα χειρόγραφο προπαγανδιστικό κείμενο με τεράστια γράμματα, στο οποίο κατηγορούσε τον πρύτανη και άλλα στελέχη του πανεπιστημίου ως αστούς ρεβιζιονιστές.
Ο Μάο την επιδοκίμασε αμέσως. Και τότε, σαν ντόμινο, ξεκίνησε το κύμα φοιτητικής οργής που σάρωσε όλη την Κίνα. Παντού εμφανίζονταν αφίσσες, κατηγορίες, διαπομπεύσεις. Οι "αγνοί στην καρδιά" έγιναν οι πιό αμείλικτοι τιμωροί, γιατί πίστευαν πως δεν είχαν τίποτε να χάσουν και πως δρούσαν για έναν ανώτερο σκοπό.
Αλλά η ιστορία δείχνει ξανά και ξανά ότι εκείνοι που θεωρούν εαυτούς "αγνούς" είναι ικανοί για τις πιό σκοτεινές πράξεις. Και η Πολιτιστική Επανάσταση είναι ίσως η πιό τραγική απόδειξη αυτού του φαινομένου.
Η Πολιτιστική Επανάσταση ήταν ένα ξέσπασμα άγριου φανατισμού που μετέτρεψε σχολεία και πανεπιστήμια σε αρένες δημόσιου εξευτελισμού και ωμής βίας. Το πρώτο κύμα της τυφλής οργής πυροδοτήθηκε από τις περίφημες αφίσσες σαν αυτήν της καθηγήτριας φιλοσοφίας, όμως η κατάσταση επιδεινώθηκε ραγδαία όταν ομάδες κομματικών ιδεολόγων στάλθηκαν για να "επιβλέψουν" τη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Δεν ήταν απλοί παρατηρητές, ήταν οι διαιτητές ενός άτυπου κυνηγιού μαγισσών.
Οι σχολικές αίθουσες έπαψαν να είναι χώροι μάθησης. Οι μαθητές δεν εκπαιδεύονταν πλέον στις επιστήμες ή στις τέχνες, αλλά στην πολιτική αγνότητα, και ο μόνος τρόπος να την αποδείξουν ήταν να καταδίδουν. Με προτροπή του Κόμματος, άρχισαν να αναρτούν αφίσσες κατηγορώντας καθηγητές, διευθυντές, ακόμη και τους ίδιους τους γονείς τους ως "ρεβιζιονιστές" και "καπιταλιστικά στοιχεία." Το μάθημα κάθε μέρας δεν ήταν η άλγεβρα ή η λογοτεχνία, αλλά οι περίφημες "συνεδρίες αγώνα," struggle sessions, δηλαδή τελετουργίες δημόσιας ταπείνωσης όπου οι κατηγορούμενοι έπρεπε να ομολογήσουν τα "εγκλήματά" τους μπροστά σε εξαγριωμένους μαθητές και συναδέλφους.
Η βία κλιμακώθηκε ταχύτατα. Στην αρχή, ήταν μόνο φωνές και κατηγορίες. Σύντομα, έγινε σωματική. Καθηγητές γρονθοκοπούνταν, τους έφτυναν, τους βασάνιζαν με μεθόδους που θα μπορούσαν να προέρχονται μόνο από τα εγχειρίδια του πιό αρρωστημένο σαδισμού. Σε μιά περίπτωση, οι μαθητές ανάγκασαν έναν καθηγητή βιολογίας να κοιτάζει τον ήλιο χωρίς να ανοιγοκλείνει τα μάτια του. Άν το έκανε, τον ξυλοκοπούσαν. Άλλοι χτυπήθηκαν μέχρι θανάτου με ζώνες και ξύλα. Δεν υπήρχε όριο στη βιαιότητα, ούτε κάν για τους πιο ηλικιωμένους δασκάλους. Και το χειρότερο, τα βασανιστήρια δεν προέρχονταν από έμπειρους δημίους, αλλά από τα ίδια τα παιδιά που είχαν κάποτε εκπαιδεύσει.
Όμως, οι μαθητές δεν στράφηκαν μόνο ενάντια στους καθηγητές τους, στράφηκαν και ο ένας εναντίον του άλλου. Καθώς οι "αμαρτίες" της μιάς γενιάς περνούσαν στην άλλη, δημιουργήθηκε μιά νέα ταξική ιεραρχία μέσα στις ίδιες τις σχολικές αίθουσες. Στην κορυφή ήταν τα παιδιά των επαναστατών. Στον πάτο, οι γόνοι "τσιφλικάδων," "καπιταλιστών" και "δεξιών." Αυτά τα παιδιά έγιναν γνωστά ως "σάπια αυγά" και ήταν πρός εκμετάλλευση, ακριβώς όπως και οι γονείς τους.
Ένα από αυτά τα παιδιά ήταν ο σημερινός Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ. Σε ηλικία μόλις 15 ετών, είδε τον πατέρα του, έναν αφοσιωμένο μαοϊκό και πρώην επικεφαλής προπαγάνδας, να εκκαθαρίζεται, την αδελφή του να εκτελείται και τη μητέρα του να εξαναγκάζεται να τον καταγγείλει ως "αντιδραστικό."
Μπροστά σε αυτό το παραλήρημα, οι διανοούμενοι και οι εκπαιδευτικοί σιώπησαν. Δεν τολμούσαν να υπερασπιστούν ούτε τον εαυτό τους ούτε τους συναδέλφους τους, φοβούμενοι ότι η παραμικρή λέξη αμφισβήτησης θα τους μετέτρεπε στο επόμενο θύμα. Όμως, η σιωπή δεν τους έσωσε. Καθώς κάθε φράση και κάθε κίνηση μπορούσε να εκληφθεί ως απόδειξη καπιταλιστικής συμπάθειας, πολλοί πανεπιστημιακοί, καθηγητές και δάσκαλοι εντάχθηκαν ενεργά στις "συνεδρίες αγώνα," ουρλιάζοντας μαζί με τους μαθητές τους, ελπίζοντας, μάταια, πως έτσι θα γλίτωναν.
Η Πολιτιστική Επανάσταση ήταν ένα αχόρταγο θηρίο. Και οι πρώτοι που κατασπάραξε ήταν αυτοί που πίστευαν πως θα μπορούσαν να το δαμάσουν.
Ο Μάο, είτε από διορατικότητα είτε από καθαρή τύχη, κατάλαβε ότι η νεολαία της Κίνας θα ήταν το τέλειο εργαλείο για την επανάστασή του. Οι νέοι είναι αγνοί στην καρδιά, αλλά ταυτόχρονα παρορμητικοί, ευκολόπιστοι και χωρίς την εμπειρία που δημιουργεί αντίσταση στην ιδεολογική χειραγώγηση. Με άλλα λόγια, είναι φυσικοί εικονοκλάστες. Δεν είχαν αναπτύξει ακόμα σταθερή αίσθηση του εαυτού τους, κι έτσι μπορούσαν εύκολα να ταυτιστούν πλήρως με τους Ερυθροφρουρούς. Συμμόρφωση και μισαλλοδοξία πήγαιναν μαζί.
Όταν δεν βρίσκονταν σε συλλαλητήρια ή "συνεδρίες αγώνα»," αφιέρωναν ατέλειωτες ώρες μελετώντας και συζητώντας το Μικρό Κόκκινο Βιβλίο του Μάο. "Μας δίδασκαν" μόνο για την επανάσταση, οπότε όταν διαβάζαμε τα προπαγανδιστικά κείμενα, πραγματικά θέλαμε να είμαστε στην πρωτοπορία της ιστορίας," εξήγησε αργότερα η Λού Λιάν, πρώην Ερυθροφρουρός.
Ο μανιχαϊσμός είναι η πιό απλοϊκή και επικίνδυνη πολιτική θεώρηση, χωρίζει την κοινωνία, με όλη τη σύνθετη ανθρώπινη εμπειρία της, σε ένα απόλυτο δίπολο. Φώς και σκοτάδι. Καλό και κακό. Ορθό και λάθος. Επαναστάτης και αντεπαναστάτης. "Δεν υπάρχει μεσαίος δρόμος," ήταν το σύνθημά τους. Η ευκολία αυτής της κοσμοθεωρίας είναι ελκυστική, ειδικά για τους νέους, που διψούν για σαφήνεια και σκοπό. Έτσι, με νεανικό ενθουσιασμό και ατσαλάκωτη βεβαιότητα, οι παιδοστρατιώτες του Μάο μπορούσαν, χωρίς ίχνος τύψης, να δέσουν έναν δάσκαλο σε ένα καλοριφέρ και να τον ξυλοκοπήσουν μέχρι θανάτου με έναν σιδερένιο λοστό. Ή να εξαναγκάσουν έναν καθηγητή να φάει καρφιά και περιττώματα. Η επανάσταση απαιτούσε αίμα, και τα αμόλυντα χέρια των νέων ήταν τα πιό πρόθυμα να το χύσουν.
Η πλαστικότητα του νεανικού μυαλού εξυπηρέτησε ακόμη έναν σκοπό: την εκκαθάριση των λεγόμενων "Τεσσάρων Παλαιών," των παλιών εθίμων, της παλιάς κουλτούρας, των παλιών συνηθειών και των παλιών ιδεών. Οι Ερυθροφρουροί δεν είχαν τη σύνεση που φέρνει η εμπειρία. Έτσι, ξεκίνησαν να αναδιαμορφώσουν τον κόσμο με απόλυτο φανατισμό, χωρίς να προβληματιστούν για τις συνέπειες.
Κάποιες φορές, το αποτέλεσμα ήταν απλώς γελοίο. Επειδή το κόκκινο ήταν το χρώμα της επανάστασης, και η επανάσταση δεν επιτρέπεται να σταματά, απαίτησαν να καταργηθεί το κόκκινο φανάρι στα φανάρια, ώστε τα αυτοκίνητα να συνεχίζουν την πορεία τους χωρίς παύση.
Άλλες φορές, όμως, η λογική αυτή οδηγούσε σε φρίκες που ξεπερνούν τη φαντασία. Τα κατοικίδια, γάτες, σκύλοι, ψάρια, ακόμη και τριζόνια, θεωρήθηκαν σύμβολα της αστικής παρακμής και εξολοθρεύτηκαν κατά χιλιάδες. Όμως, η παράνοια δεν σταμάτησε στα ζώα. Στην επαρχία Γκουανγκσί, η αφοσίωση στην επανάσταση έφτασε σε κτηνώδη επίπεδα, μαθητές μαγείρεψαν και έφαγαν τους καθηγητές τους. Κυβερνητικές αναφορές καταγράφουν περιπτώσεις όπου πτώματα εκτελεσμένων "προδοτών" κρέμονταν από τσιγκέλια σε κρατικά εστιατόρια, και το κρέας τους σερβιρόταν και καταναλωνόταν από φανατικούς της επανάστασης.
Ο Μάο ήθελε μιά γενιά κενή από παλιές επιρροές, ένα άγραφο χαρτί πάνω στο οποίο θα έγραφε τη δική του εκδοχή της Ιστορίας.
Η Πολιτιστική Επανάσταση είναι απλώς ένα κεφάλαιο τρόμου στην ιστορία. Είναι μιά προειδοποίηση για το τί συμβαίνει όταν η νεανική αθωότητα εργαλειοποιείται, όταν ο φανατισμός βαφτίζεται αρετή και, όταν η απλοϊκότητα γίνεται δόγμα.
Οι διανοούμενοι και οι εκπαιδευτικοί ήταν τα πρώτα θύματα της Πολιτιστικής Επανάστασης. Όμως, δεν ήταν αθώοι μάρτυρες, σε κάποιο βαθμό, είχαν συμβάλει, άλλοι συνειδητά, άλλοι από φόβο ή αδιαφορία, στη δημιουργία του περιβάλλοντος που επέτρεψε στη φρίκη να εκδηλωθεί.
Για χρόνια πρίν από το ξέσπασμα της επανάστασης, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε διαμορφώσει ένα περιβάλλον ακραίας πολιτικής συμμόρφωσης. Οι δημόσιες ομολογίες, οι αυτοκριτικές συνεδρίες και οι ιδεολογικές εκκαθαρίσεις ήταν πλέον ρουτίνα, ένα κομμάτι της καθημερινότητας κάθε ακαδημαϊκού και δημόσιου υπαλλήλου. Ο καθηγητής γλωσσολογίας Τζι Σιανλίν του Πανεπιστημίου του Πεκίνου περιγράφει στα απομνημονεύματά του, The Cowshed, Memories of the Chinese Cultural Revolution, πώς οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί είχαν στηρίξει με ενθουσιασμό αυτές τις εκστρατείες. Γράφει με βαθιά μεταμέλεια για τη δική του "ικανότητα να συμπεριφέρεται σαν όχλος" και αναγνωρίζει ότι υπήρξε αληθινός πιστός του Μαοϊσμού. Την δεκαετία του '50, είχε καταδώσει συναδέλφους του κατά τη διάρκεια του Κινήματος Σοσιαλιστικής Εκπαίδευσης. Όμως, όταν η Πολιτιστική Επανάσταση κορυφώθηκε, καμμία παλιά πίστη δεν μπορούσε να τον σώσει.
Μέσα σε έναν χρόνο, το καθεστώς που είχε υπηρετήσει τον καταδίκασε. Συνάδελφοι, φίλοι και μαθητές του τον κατήγγειλαν, και βρέθηκε φυλακισμένος σε έναν αχυρώνα για αγελάδες, μαζί με άλλους διανοούμενους, όπου πρώην μαθητές του είχαν πλέον τον ρόλο των βασανιστών του. Βίωσε ατέλειωτες συνεδρίες αγώνα, ξυλοδαρμούς, εξευτελισμούς. Οι άνθρωποι που κάποτε μοιράζονταν την ίδια έδρα και τις ίδιες ακαδημαϊκές συζητήσεις τώρα τον βασάνιζαν χωρίς έλεος.
Ακόμη και ο Μάο κατάλαβε κάποια στιγμή ότι είχε εξαπολύσει κάτι που δεν μπορούσε να ελέγξει. Το 1967, η βία είχε ξεφύγει τόσο πολύ που η Κίνα βρισκόταν στα πρόθυρα ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Οι Ερυθροφρουροί, μεθυσμένοι από την εξουσία, δεν σταματούσαν πουθενά. Εκτελούσαν, βασάνιζαν, πυρπολούσαν αρχαία μνημεία, έκαιγαν βιβλιοθήκες. Σχολές και πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε χώρους ανελέητης βίας.
Τότε, ο Μάο διέταξε τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό να τους καταστείλει. Και το έκανε με ακραία βαρβαρότητα. Χιλιάδες Ερυθροφρουροί σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις με τον στρατό, ενώ αμέτρητοι εκτελέστηκαν μαζικά. Οι περισσότεροι, ωστόσο, στάλθηκαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην ύπαιθρο, όπου αντιμετωπίστηκαν με τον ίδιο σαδισμό που οι ίδιοι είχαν επιδείξει λίγα χρόνια πρίν. Ανάμεσά τους ήταν και η Νιέ Γιουανζί, η νεαρή καθηγήτρια φιλοσοφίας που είχε αναρτήσει την πρώτη αφίσσα στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, δίνοντας το έναυσμα για την Πολιτιστική Επανάσταση.
Μετά την εξουδετέρωση των Ερυθροφρουρών, η ένταση της επανάστασης άρχισε να μειώνεται σταδιακά. Το τέλος ήρθε επίσημα το 1976, με τον θάνατο του Μάο. Όμως, ο απολογισμός της καταστροφής που άφησε πίσω του αψηφά κάθε λογική.
Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών ποικίλλουν, μιλούν για 400.000 έως αρκετά εκατομμύρια θύματα. Εκατομμύρια άλλοι τραυματίστηκαν ή υπέστησαν βασανιστήρια φρικιαστικής αγριότητας. Ολόκληρες οικογένειες διαλύθηκαν, η ακαδημαϊκή κοινότητα ξεκληρίστηκε, και η πολιτιστική κληρονομιά της Κίνας υπέστη ανεπανόρθωτες ζημιές.
Η Πολιτιστική Επανάσταση ξεκίνησε ως ένα κίνημα "ιδεολογικής καθαρότητας." Κατέληξε σε αχαλίνωτη βαρβαρότητα που δίδαξε στην ανθρωπότητα ένα σκληρό μάθημα, όταν μιά κοινωνία επιδιώκει την απόλυτη αγνότητα, καταλήγει να πνίγεται στο αίμα.
Η λέξη "επανάσταση" φέρει την έννοια της κυκλικής κίνησης, της διαδοχής, της αέναης εναλλαγής. Όπως στη φύση, όπου το παλιό αντικαθίσταται νομοτελειακά από το νέο, έτσι και οι κοινωνίες αλλάζουν, άλλοτε ομαλά, άλλοτε βίαια. Όμως, η Πολιτιστική Επανάσταση δεν ακολούθησε τον φυσικό ρυθμό της ιστορίας. Ήταν ένα κίνημα που γεννήθηκε μέσα στον φανατισμό και διοχετεύτηκε από την επιδίωξη της απόλυτης καθαρότητας.
Καμμία κοινωνία, κανένα άτομο, κανένας θεσμός δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο πλατωνικό ιδεώδες της αγνότητας. Η αναζήτησή της είναι καταδικασμένη να γίνει ατέλειωτη καταδίωξη, μιά δίψα που δεν σβήνει ποτέ, γιατί ο εχθρός που πρέπει να εξαλειφθεί δεν είναι εξωτερικός, αλλά εσωτερικός.
Ένας εξωτερικός εχθρός είναι εύκολα αναγνωρίσιμος. Έχει σημαία, σύμβολα, διαφορετική κουλτούρα. Αντιπροσωπεύει κάτι ξένο, κάτι διακριτό. Ο εσωτερικός εχθρός, όμως, είναι αόρατος. Βρίσκεται παντού και πουθενά ταυτόχρονα. Κάθε πολίτης, κάθε δάσκαλος, κάθε φίλος, κάθε γονιός είναι ύποπτος. Και αφού ο κρυμμένος εχθρός πρέπει πρώτα να αποκαλυφθεί για να εξαγνιστεί, οι δημόσιες εξομολογήσεις, οι αυτοκριτικές συνεδρίες και οι ταπεινωτικές αναμορφώσεις έγιναν ο αναγκαίος μηχανισμός της "εσωτερικής εκκαθάρισης."
Έτσι, οι δίκες παρωδίες, οι συνεδρίες αγώνα και οι δημόσιοι εξευτελισμοί, ήταν το καύσιμο που τροφοδοτούσε τη μανιακή δυναμική της επανάστασης. Η ίδια η ιδεολογία απαιτούσε αδιάκοπη σύγκρουση, κι αφού οι πραγματικοί αντεπαναστάτες εξοντώθηκαν γρήγορα, έπρεπε να εφευρεθούν νέοι εχθροί. Για να σωθείς, έπρεπε να κατηγορήσεις κάποιον άλλο. Κι έτσι δημιουργήθηκε ένας αυτοτροφοδοτούμενος κύκλος όλο και πιό ακραίου φανατισμού και βίας.
Στην αρχή, οι κατήγοροι πίστευαν πως ήταν ασφαλείς. Μα σύντομα, οι κατήγοροι έγιναν οι κατηγορούμενοι, και οι βασανιστές έγιναν τα επόμενα θύματα. Όσο περισσότερες "ομολογίες" εξασφαλίζονταν, τόσο περισσότερο ενισχυόταν η παράνοια των Ερυθροφρουρών. Η Πολιτιστική Επανάσταση άρχισε να μοιάζει με αυτοάνοση διαταραχή, όπου το ίδιο το σύστημα επιτίθεται σε αυτό που υποτίθεται πως προστατεύει.
Το 1981, ακόμη και το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας αναγκάστηκε να αναγνωρίσει το μέγεθος της καταστροφής. Σε μια σπάνια στιγμή ειλικρίνειας, η Κεντρική Επιτροπή ομολόγησε πως, "δεν ήταν ο εχθρός, αλλά εμείς οι ίδιοι που οδηγηθήκαμε στο χάος από την Πολιτιστική Επανάσταση," την οποία χαρακτήρισε ως "τη σοβαρότερη ήττα και τη βαρύτερη απώλεια που υπέστησαν το Κόμμα, το κράτος και ο λαός από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας."
Ήταν πλέον αργά. Η Πολιτιστική Επανάσταση είχε αφήσει πίσω της εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, ίσως και εκατομμύρια και, μιά κοινωνία διαλυμένη από την προδοσία, τη βία και τον φόβο.
Κάθε επανάσταση υπόσχεται αλλαγή. Κάποιες αλλάζουν τον κόσμο. Άλλες, όπως αυτή, καταλήγουν να τον μακελεύουν.
Η ανεξέλεγκτη διολίσθηση της Πολιτιστικής Επανάστασης στο χάος και τη βία θυμίζει έντονα τους στίχους του Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς στο “The Second Coming."
“Turning and turning in the widening gyre”
Η φράση αυτή γράφτηκε ως προειδοποίηση για το τί συμβαίνει όταν ένας λαός, ενωμένος γύρω από μιά απόλυτη αλήθεια, ξεκινά να αναζητά τους εχθρούς του στο εσωτερικό του. Χωρίς αντίθετες απόψεις, χωρίς τη δυνατότητα αυτοδιόρθωσης, ο κύκλος της μανίας δεν σταματά ποτέ. Διευρύνεται, επιταχύνεται, μέχρι που,
"Things fall apart; the centre cannot hold;
Mere anarchy is loosed upon the world,
The blood-dimmed tide is loosed, and everywhere
The ceremony of innocence is drowned;
The best lack all conviction, while the worst
Are full of passionate intensity."
Αν κάποιος ψάχνει να δεί τί σημαίνουν αυτοί οι στίχοι στην πράξη, δεν έχει παρά να κοιτάξει την Πολιτιστική Επανάσταση.
Σήμερα, γίνεται πολλή συζήτηση για τις υπερβολές της πολιτικής πόλωσης και την επικράτηση της λογικής του "εμείς εναντίον αυτών." Αλλά η Πολιτιστική Επανάσταση δεν ήταν απλώς ένα παράδειγμα ακραίας πόλωσης. Ήταν κάτι ακόμη πιό επικίνδυνο, μιά κοινωνία όπου δεν υπήρχε πλέον πραγματικός αντίπαλος, κι έτσι ο εχθρός έπρεπε να επινοηθεί εκ των έσω.
Ο Μαοϊσμός δεν επέτρεπε αντιπαράθεση. Δεν υπήρχαν ανταγωνιστικά δόγματα, διαφορετικές σχολές σκέψης, εναλλακτικές πολιτικές θεωρίες. Όλοι συμφωνούσαν ότι ο Μαοϊσμός ήταν η αλήθεια, ακόμη και εκείνοι που τελικά εκκαθαρίστηκαν. Οι διαμάχες δεν αφορούσαν το άν ο Μαοϊσμός ήταν σωστός ή λάθος. Αφορούσαν ποιός ήταν πιό αγνός, ποιός ήταν ο πραγματικός φορέας της επανάστασης και ποιός είχε παρεκκλίνει έστω και ελάχιστα.
Αυτή ήταν και η αυτοκαταστροφή της επανάστασης. Δεν υπήρχε πλέον ένα ξεκάθαρο "εμείς" και "αυτοί." Κι όταν δεν υπάρχει εξωτερικός εχθρός, η μόνη επιλογή είναι να ψάξεις μέσα σου για προδότες και "ακαθαρσίες." Οι πιό φανατικοί εκτελούσαν τους λιγότερο φανατικούς. Και όταν τελείωναν με αυτούς, έστρεφαν το βλέμμα τους στον διπλανό τους. Και μετά στον επόμενο.
Το αποτέλεσμα ήταν η κοινωνία να παραδοθεί στην απόλυτη παράνοια. Όποιος επιδίωξε να αποδείξει την αγνότητά του, κατέληξε να αποδείξει την ενοχή του.
Και το κέντρο, όπως είχε προβλέψει ο Γέιτς, δεν μπορούσε να κρατήσει.
Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, η πολιτική της καθαρότητας μπορεί να εμφανιστεί μέσα σε κόμματα ή φράξιες, αλλά η πραγματική μάχη δεν είναι ποτέ απόλυτα εσωτερική. Είναι η διαρκής σύγκρουση ανάμεσα σε διαφορετικές αξίες, ιδεολογίες και οράματα για το μέλλον και, αυτή η τριβή είναι ακριβώς που κινεί την κοινωνική πρόοδο.
Ναί, η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι και αυτή πολιτική ιδεολογία. Αλλά είναι η μόνη που βασίζεται στην αρχή του πλουραλισμού, στην ιδέα ότι πολλαπλές εκδοχές του "καλού βίου" μπορούν να συνυπάρχουν και να συναγωνίζονται. Οι εκλογές δεν είναι απλώς μιά διαδικασία αλλαγής ηγεσίας, είναι ένας μηχανισμός αυτοδιόρθωσης. Αυτή η δυναμική περιορίζει την καταστροφική λογική της πολιτικής καθαρότητας, κάτι που στην Κίνα του Μάο δεν υπήρχε.
Αλλά η ίδια η ύπαρξη της δημοκρατίας δεν είναι από μόνη της επαρκής εγγύηση ενάντια στον φανατισμό. Η ανάγκη μας να ανήκουμε, να είμαστε αποδεκτοί από τους γύρω μας, είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας, και πουθενά δεν είναι πιο ισχυρή από ό,τι στη νεολαία. Όταν οι δυνάμεις της κοινωνίας σπρώχνουν πρός τη συμμόρφωση, ακόμη και η δημοκρατία μπορεί να αποτύχει.
Δεν αρκεί να κηρύττουμε την ανεκτικότητα. Πρέπει να υπάρχουν αρκετές απόψεις ώστε να υπάρχει κάτι να ανεχθούμε. Άν περιορίζουμε το φάσμα της σκέψης, η ανεκτικότητα γίνεται κενή ρητορική ή, ακόμη χειρότερα, ένα νέο δόγμα που απαιτεί από όλους να σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο.
Συχνά ακούμε το σύνθημα "η διαφορετικότητα είναι η δύναμή μας." Επιφανειακά μπορεί να ακουστεί σαν ένα ακόμη κλισέ. Αλλά άν το ερμηνεύσουμε σωστά, άν μιλάμε για διαφορετικότητα σκέψης, άποψης, αντίληψης του κόσμου, τότε είναι πράγματι μιά ιδέα που αξίζει να υπερασπιστούμε.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καλλιεργούμε και να επιβραβεύουμε εκείνους που δεν φοβούνται να αμφισβητήσουν, να απορρίψουν την ασφάλεια του κοπαδιού, να υψώσουν τη φωνή τους όταν όλοι οι άλλοι σιωπούν.
Ο Νίτσε είχε προειδοποιήσει πως "ο ασφαλέστερος τρόπος να διαφθείρεις τη νεολαία είναι να της διδάξεις να εκτιμά περισσότερο όσους σκέφτονται το ίδιο από όσους σκέφτονται διαφορετικά."
Είναι μιά προειδοποίηση που αξίζει να λάβουμε σοβαρά υπόψη.
Στη φωτογραφία, η Nie Yuanzi, της οποίας η αφίσσα υποδαύλισε την Πολιτιστική Επανάσταση.-
(*) Ανάρτηση στο facebook
*****
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η μεγάλη συμβολή του Θαλή του Μιλήσιου στα μαθηματικά και τον Πολιτισμό
Ο Τόμας Στερνς Έλιοτ γράφει για την ενότητα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού
Άντον Τσέχωφ, «Ένας αριθμός»
Η «Αξία της Ζωής» της Τζέιν Άντερσον, μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε
Πολ Ελυάρ, η άσβεστη φλόγα της ελπίδας
Η μέθοδος Μπροντέλ: Διαβάζοντας αλλιώς την Ιστορία
Το Bolero του Ραβέλ έγινε 96 ετών- Δείτε τη μαγευτική Πλισέτσκαγια να το χορεύει (video)
Ο Ιωάννης Συκουτρής γράφει για το νόημα της ζωής
Ο Τάκης Παπατσώνης μπροστά σε ένα άσπρο, ελληνικό ερημοκκλήσι
δεν βρέθηκαν σχόλια επισκεπτών...