της Μαίρης Αποστολίδη
Άν υπήρχε η δυνατότητα να ταξιδέψει κανείς στους αιώνες και να βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με σπουδαίες προσωπικότητες, η επιλογή δεν θα ήταν εύκολη, καθώς η Ιστορία βρίθει από εξέχουσες μορφές, καθεμία με τον δικό της αντίκτυπο και, τη διαχρονική της κληρονομιά. Ανάμεσά τους, ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων διακρίνεται, καθώς η πνευματική του παρακαταθήκη, η απαράμιλλη ρητορική δεινότητα και οι ιδέες του για τη λειτουργία της πολιτείας συνεχίζουν να επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ελευθερία και τη Δημοκρατία μέχρι σήμερα.
Ο Κικέρων υπήρξε μία από τις πιό εξέχουσες μορφές της Ρώμης. Ήταν ο κορυφαίος ρήτορας της εποχής του, ένας από τους πιό επιδραστικούς στοχαστές και, ένας από τους ελάχιστους που είδαν την πολιτική όχι ως παιχνίδι εξουσίας, αλλά ως την ύψιστη τέχνη της διακυβέρνησης. Έφτασε στην κορυφή της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, κατακτώντας το ύπατο αξίωμα, καθώς και σχεδόν κάθε άλλο σημαντικό αξίωμα, σε μιά περίοδο όπου η πολιτική ήταν ένα επικίνδυνο πεδίο αντιπαραθέσεων, ίντριγκας, δολοπλοκιών και, συχνά μαχαιρωμάτων, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Πρωτίστως, ο Κικέρων υπήρξε η γέφυρα μέσω της οποίας οι ελληνικές ιδέες βρήκαν τον δρόμο τους πρός τη Ρώμη. Κανένας άλλος από τους μεγάλους της αρχαιότητας δεν έχει κληροδοτήσει στην ανθρωπότητα τόσο ευρύ πνευματικό έργο, εκατοντάδες ομιλίες, επιστολές και φιλοσοφικά δοκίμια.
Ο Κικέρων δεν ήταν μόνο ένας δεινός ρήτορας, αλλά και άνθρωπος της δράσης. Αγωνίστηκε με κάθε κόστος για τις αρχές της Δημοκρατίας, στάθηκε απέναντι στην απολυταρχία, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη διάβρωση της δημοκρατίας και, πλήρωσε το τίμημα. Καθώς η Ρώμη μετατρεπόταν σε μηχανή ευνοιοκρατίας, εκείνος παρέμεινε πιστός στις αρχές του, παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως αυτή η επιλογή θα του κόστιζε τη ζωή.
Ο Κικέρων προέτρεπε τους πολίτες να σκέφτονται λογικά, να συζητούν και, να διαφωνούν πολιτισμένα. Υπήρξε ακούραστος υπερασπιστής της ευπρέπειας και της ειρήνης και, συνέβαλε στο να κρατηθεί ζωντανή η φλόγα της ελευθερίας για περισσότερες από δύο χιλιετίες.
Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων γεννήθηκε το 106 πΧ στην μικρή πόλη Αρπίνο, περίπου 100 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Ρώμης. Δεν ήταν από οικογένεια αριστοκρατών. Δεν είχε το όνομα ή την καταγωγή που θα του άνοιγε αυτόματα τις πόρτες της εξουσίας. Το μόνο του όπλο ήταν το μυαλό του και, το χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά.
Ξεκίνησε να ασκεί τη ρητορική και τη δικηγορία στα είκοσί του και, δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι να αποδείξει ότι με την δύναμη του λόγου του του μπορούσε να ξεσκεπάσει και να ανατρέψει ακόμη και τις πιό σκοτεινές ίντριγκες. Η πιό διάσημη υπόθεσή του, και αυτή που τον έκανε γνωστό, ήταν η υπεράσπιση ενός άνδρα που κατηγορούνταν για τη δολοφονία του πατέρα του. Ο Κικέρων όχι μόνο κατάφερε να τον αθωώσει, αλλά και να πείσει τους δικαστές ότι οι πραγματικοί δολοφόνοι βρίσκονταν σε αγαστή συνεργασία με τα πιό υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της ρωμαϊκής πολιτικής σκηνής. Ήταν η πρώτη, αλλά όχι η τελευταία φορά που έθεσε τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο για τις αρχές του.
Το 70 πΧ, δέκα χρόνια μετά τη θριαμβευτική του νίκη στην περίφημη δίκη, ο Κικέρων ανέλαβε έναν ρόλο που δεν του ήταν οικείος, εκείνον του κατηγόρου. Η υπόθεση αφορούσε σκάνδαλο διαφθοράς, με κεντρικό πρόσωπο τον Γάιο Βέρρη, πρώην κυβερνήτη της Σικελίας, ο οποίος απολάμβανε μεγάλη πολιτική ισχύ. Οι Σικελοί τον κατήγγειλαν για κατάχρηση εξουσίας, εκβιασμό και υπεξαίρεση. Και όταν λέμε κατάχρηση, δεν μιλάμε για "μικροκομπίνες," οι κατηγορίες περιλάμβαναν από καταλήστευση ολόκληρων πόλεων μέχρι βασανισμούς και δολοφονίες.
Τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο Κικέρων ήταν συντριπτικά. Αλλά ο Βέρρης δεν ανησυχούσε. Είχε στο πλευρό του έναν από τους πιό διακεκριμένους δικηγόρους της εποχής, τον Ορτένσιο, ο οποίος θεωρούνταν ισάξιος του Κικέρωνα στη ρητορική τέχνη. Το σχέδιο ήταν απλό, να καθυστερήσουν τη δίκη μέχρι να αναλάβει την προεδρία του δικαστηρίου ένας φιλικά διακείμενος δικαστής, ο οποίος θα φρόντιζε να κουκουλώσει την υπόθεση.
Μόνο που ο Κικέρων δεν ήταν εύκολος αντίπαλος. Αντί να χαθεί σε ατελείωτες δικαστικές διαδικασίες, παρουσίασε τις αποδείξεις με τόσο συντριπτικό τρόπο που ο Βέρρης κατάλαβε πως δεν είχε ελπίδα. Προτού κάν ολοκληρωθεί η δίκη, διέφυγε στην εξορία. Οι φλογερές αγορεύσεις του Κικέρωνα εναντίον του, γνωστές ως In Verrem, διαβάζονται ακόμη και σήμερα σε νομικές σχολές, ως παράδειγμα αριστοτεχνικής δικανικής ρητορικής.
Οι Ρωμαίοι τον αντάμειψαν με εκλογικές νίκες και, σκαρφάλωσε γρήγορα στην ιεραρχία της πολιτικής. Παρ’ όλα αυτά, η αριστοκρατία της Ρώμης δεν τον αποδέχθηκε ποτέ πλήρως. Προερχόταν από την τάξη των ιππέων, μιά ανώτερη αλλά όχι κυβερνητική κάστα. Για τους γαλαζοαίματους της συγκλήτου, δεν ήταν ένας από αυτούς. Ήταν ταλαντούχος, έξυπνος, αλλά όχι "δικός τους."
Αυτό, όμως, δεν στάθηκε εμπόδιο. Το 63 πΧ, σε ηλικία 43 ετών, έφτασε στην κορυφή, εξελέγη ύπατος της Ρώμης, κατακτώντας το ανώτατο αξίωμα της Δημοκρατίας. Ένας homo novus, ένας "ξένος" στους κύκλους της παραδοσιακής εξουσίας, είχε φτάσει στην κορυφή. Και από εκεί, η πορεία του μόλις ξεκινούσε.
Η θέση του ύπατου ήταν το ανώτατο αξίωμα της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, χωρίς όμως να συνεπάγεται απόλυτη εξουσία. Σύμφωνα με το σύνταγμα της Ρώμης, η εξουσία μοιραζόταν πάντα μεταξύ δύο ύπατων, οι οποίοι μπορούσαν να ασκήσουν βέτο ο ένας στις αποφάσεις του άλλου και είχαν θητεία μόλις ενός έτους. Θεωρητικά, λοιπόν, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να κυβερνήσει μόνος του. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Κικέρων κυριάρχησε τόσο ολοκληρωτικά στην πολιτική σκηνή του 63 πΧ, που ο έτερος ύπατος, Γάιος Αντώνιος Υβρίδας, έμεινε στο περιθώριο, μία ασήμαντη υποσημείωση στην Ιστορία. Αντίθετα, ο Κικέρων αναδείχθηκε ως ο προστάτης της Δημοκρατίας εν μέσω μιάς συνωμοσίας που στόχευε να την αφανίσει.
Ο εγκέφαλος της συνωμοσίας ήταν ο Λεύκιος Σέργιος Κατιλίνας, ένας αχαλίνωτα φιλόδοξος και ανυπόμονος συγκλητικός. Δεν ήταν κάποιος τυχαίος, είχε ήδη διεκδικήσει το ύπατο αξίωμα δύο φορές και, είχε αποτύχει. Αντί να περιμένει να αναδειχθεί μέσα από τους θεσμούς, αποφάσισε να τους ανατρέψει. Με τη βοήθεια ενός ετερόκλητου συνασπισμού απογοητευμένων αριστοκρατών, διεφθαρμένων αξιωματούχων και φιλόδοξων συνωμοτών, κατέστρωσε ένα παράτολμο σχέδιο που θα βύθιζε τη Ρώμη στο χάος, εξέγερση σε όλη την Ιταλία, ένοπλη πορεία πρός την πρωτεύουσα με μισθοφόρους, δολοφονία του Κικέρωνα και του συνύπατου, βίαιη κατάληψη της εξουσίας και εξόντωση κάθε αντιπάλου.
Όμως, είχε υποτιμήσει τον αντίπαλό του. Ο Κικέρων, χάρη στην οξυδέρκειά του και τις ισχυρές πολιτικές του διασυνδέσεις, κατάφερε να ξεσκεπάσει τη συνωμοσία προτού εκδηλωθεί. Αντί να δράσει βεβιασμένα, συγκέντρωσε μεθοδικά αποδείξεις, παρακολούθησε προσεκτικά τις κινήσεις των συνωμοτών και περίμενε την κατάλληλη στιγμή. Και όταν αυτή έφτασε, τους κατατρόπωσε με το ισχυρότερο όπλο του, τον λόγο.
Στη Σύγκλητο, με τον Κατιλίνα παρόντα ανάμεσα στους συγκλητικούς, ο Κικέρων εκφώνησε την πρώτη του Κατά Κατιλίνα ομιλία, μιά φλογερή αγόρευση που έμελλε να μείνει στην Ιστορία.
"Ως πότε, Κατιλίνα, θα δοκιμάζεις την ανοχή μας; Ως πότε η αδιαντροπιά σου θα μας προκαλεί; Πού θα μπει ένα τέλος σε αυτή την ασύδοτη αποκοτιά σου;"
Η Σύγκλητος πάγωσε. Ο Κατιλίνας, που μέχρι τότε πίστευε ότι είχε τη στήριξη της Συγκλήτου, βρέθηκε απομονωμένος. Ο Κικέρων, όμως, δεν σταμάτησε εκεί. Με κάθε του λέξη, αποκάλυπτε τα εγκληματικά του σχέδια, στοιχειοθετούσε την ενοχή του και και τον ωθούσε στη μόνη επιλογή που του απέμενε, να τραπεί σε άτακτη φυγή.
Προτού ο Κικέρων ολοκληρώσει τον λόγο του, ο Κατιλίνας είχε ήδη σηκωθεί και φύγει από τη Σύγκλητο. Ήξερε ότι το παιχνίδι είχε χαθεί. Δοκίμασε να ανασυντάξει τον στρατό του, αλλά ήταν αργά, η συνωμοσία είχε αποκαλυφθεί, οι υποστηρικτές του τον εγκατέλειπαν, και η Ρώμη είχε στραφεί εναντίον του. Τελικά, σκοτώθηκε στη μάχη, μαζί με τους ελάχιστους εναπομείναντες οπαδούς του. Οι κορυφαίοι συνωμότες που παρέμειναν στην πόλη συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν.
Ο Κικέρων, έχοντας λάβει από τη Σύγκλητο έκτακτες εξουσίες για να αποκαταστήσει τη Δημοκρατία, έκανε κάτι που ελάχιστοι ηγέτες στην Ιστορία είχαν το σθένος να κάνουν, παρέδωσε την εξουσία μόλις ολοκλήρωσε την αποστολή του. Δεν εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να γίνει τύραννος, ούτε επιδίωξε να παρατείνει την κυριαρχία του. Αποκατέστησε τη Δημοκρατία και επέστρεψε στον ρόλο του απλού πολίτη. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, η Ρώμη τον τίμησε με τον τίτλο Pater Patriae, Πατέρας της Πατρίδας.
Όμως, η Ρώμη του Κικέρωνα δεν ήταν πιά εκείνη του ένδοξου παρελθόντος. Δεν ήταν η πόλη της αρετής, του καθήκοντος και της αφοσίωσης στη Δημοκρατία, όπως δύο ή τρείς αιώνες νωρίτερα. Οι καιροί είχαν αλλάξει. Η διαφθορά και η αχόρταγη δίψα για εξουσία είχαν διαποτίσει τα θεμέλιά της.
Η Δημοκρατία συνέχιζε να υπάρχει στα χαρτιά, όμως κάθε μέρα έφθινε, διαβρωμένη από εσωτερικές συγκρούσεις και έναν κρατικό μηχανισμό που στηριζόταν ταυτόχρονα στη δωροδοκία και την στρατιωτική βία.
Πολλοί από εκείνους που δήλωναν δημόσια υπέρμαχοι των δημοκρατικών αξιών, στην πραγματικότητα, μηχανορραφούσαν για να εξασφαλίσουν πλούτη και δύναμη μέσω πολιτικών διασυνδέσεων. Άλλοι είχαν απλώς εξαγοραστεί, σιωπηλοί και βολεμένοι με τις παροχές του κράτους. Ο λαός, κουρασμένος, αδιάφορος και απογοητευμένος, έβλεπε τη Δημοκρατία να παρακμάζει χωρίς να αντιδρά.
Το 60 πΧ ο Ιούλιος Καίσαρας, τότε ακόμη ένας φιλόδοξος στρατηγός και συγκλητικός με αστείρευτη δίψα για εξουσία, προσπάθησε να πείσει τον Κικέρωνα να συμμετάσχει σε μιά πολιτική συμμαχία που έμελλε να μείνει γνωστή ως η Πρώτη Τριανδρία. Στην πράξη, επρόκειτο για ένα άτυπο μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ του Καίσαρα, του Πομπηίου και του Κράσσου, που θα καθιστούσε τους τρείς άνδρες κυρίαρχους της Ρώμης. Για τον Κικέρωνα, όμως, η Δημοκρατία ήταν αδιαπραγμάτευτη. Αρνήθηκε την προσφορά. Δεν θα γινόταν συνένοχος στην κατάρρευση του πολιτεύματος που είχε αφιερώσει τη ζωή του στο να υπερασπιστεί.
Μόλις δύο χρόνια αργότερα, και πέντε μόλις χρόνια μετά τη θριαμβευτική νίκη του κατά της συνωμοσίας του Κατιλίνα, βρέθηκε στο στόχαστρο. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι μηχανορραφούσαν για να τον εξουδετερώσουν, και τελικά κατάφεραν να τον εξορίσουν στη βόρεια Ελλάδα.
Όταν τελικά επέστρεψε, η υποδοχή του ήταν θριαμβευτική. Ο λαός τον υποδέχθηκε ως ήρωα, αλλά ο ίδιος είχε ήδη αρχίσει να αποστασιοποιείται από την πολιτική. Είχε συνειδητοποιήσει πως η πραγματική εξουσία δεν ανήκε πιά στη Σύγκλητο, αλλά στα χέρια των στρατηγών και των λεγεώνων τους. Έτσι, αφοσιώθηκε στη συγγραφή.
Τα επόμενα χρόνια, ο Κικέρων δεν κατάφερε να σώσει τη Δημοκρατία, αλλά διέσωσε τις ιδέες της. Άφησε πίσω του μερικά από τα σημαντικότερα έργα πολιτικής φιλοσοφίας και ρητορικής, προσπαθώντας να διαφυλάξει όσα η εποχή του κατέστρεφε. Ένα από τα σπουδαιότερα έργα του, De Officiis, Περί Καθηκόντων, περιείχε μία από τις πιό ουσιαστικές παρατηρήσεις για τον ρόλο του κράτους.
"Ο βασικός λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκαν τα κράτη και τα πολιτεύματα ήταν η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων κάθε πολίτη. Είναι ευθύνη του κράτους και της πολιτείας να διασφαλίζουν σε κάθε άνθρωπο την ελεύθερη και ανεμπόδιστη διαχείριση της ιδιοκτησίας του."
Η πολιτική, όμως, δεν είχε τελειώσει με τον Κικέρωνα. Όσο κι αν ήθελε να αποσυρθεί στη συγγραφή, η Ιστορία τον παρέσυρε ξανά στη δίνη της. Η σύγκρουση ανάμεσα στον Ιούλιο Καίσαρα και τον Πομπήιο, δύο από τις πιό ισχυρές πολιτικές και στρατιωτικές μορφές της εποχής, οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο. Ο Κικέρων, άν και δεν ήθελε να εμπλακεί, βρέθηκε μπροστά σε ένα αναπόφευκτο δίλημμα, έπρεπε να διαλέξει στρατόπεδο. Στήριξε τον Πομπήιο, όχι επειδή τον θεωρούσε ιδανικό ηγέτη, αλλά επειδή ήταν το μικρότερο κακό. Ήταν λιγότερο επικίνδυνος για τη Δημοκρατία από τον Καίσαρα, ή έτσι νόμιζε.
Αλλά η τύχη της Ρώμης είχε ήδη κριθεί. Ο Καίσαρας νίκησε. Ο Πομπήιος δολοφονήθηκε στην Αίγυπτο, προδομένος από έναν φαραώ που θεώρησε ότι έτσι θα κέρδιζε την εύνοια του νέου ισχυρού άνδρα της Ρώμης. Ο Καίσαρας, αδιαμφισβήτητος νικητής, ανάγκασε τη Σύγκλητο να τον ανακηρύξει "Δικτάτορα εφ’ όρου ζωής."
Λίγο μετά, στις 15 Μαρτίου του 44 πΧ, μιά ομάδα συγκλητικών, ανάμεσά τους ο Βρούτος και ο Κάσσιος, έβαλαν τέλος στη ζωή του Καίσαρα μέσα στην ίδια τη Σύγκλητο, ελπίζοντας πως έτσι θα έσωζαν τη Δημοκρατία. Όταν ο Μάρκος Αντώνιος, στενός σύμμαχος του Καίσαρα, επιχείρησε να αρπάξει τη θέση του, ο Κικέρων, για άλλη μια φορά, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της μάχης για τη Δημοκρατία.
Με δεκατέσσερις πύρινες ομιλίες, που έμειναν στην Ιστορία ως "Φιλιππικοί," εξαπέλυσε μιά σφοδρή ρητορική επίθεση εναντίον του Αντωνίου. Ήταν η στιγμή όπου η ρητορική του τέχνη έφτασε στο απόγειό της, ένας άνθρωπος μόνος, αλλά οπλισμένος με τη δύναμη του λόγου, να πολεμά έναν επίδοξο τύραννο.
Ο Αντώνιος, είπε ο Κικέρων, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν αιμοδιψή δικτάτορα εν αναμονή. Και άν πίστευε ότι θα τον τρόμαζε, έκανε λάθος.
"Αγωνίστηκα για τη Δημοκρατία στη νιότη μου," δήλωσε. "Δεν πρόκειται να την προδώσω τώρα που γέρασα. Δεν φοβήθηκα τα ξίφη του Κατιλίνα, δεν θα δειλιάσω μπροστά στα δικά σου. Αντιθέτως, θα πρόσφερα τη ζωή μου χωρίς δισταγμό, άν ο θάνατός μου μπορούσε να αναγεννήσει την ελευθερία του έθνους και να φέρει στον κόσμο, επιτέλους, αυτό που η Ρώμη κυοφορούσε μέσα της για τόσο καιρό." Ήξερε, βέβαια, πως είχε υπογράψει την καταδίκη του.
Έτσι, όταν ο Αντώνιος εδραίωσε την εξουσία του, ο Κικέρων ανακηρύχθηκε εχθρός του κράτους. Ο εκτελεστής που ανέλαβε την αποστολή ήταν ένας άνδρας ονόματι Ηρέννιος.
Στις 7 Δεκεμβρίου του 43 πΧ, ο Ηρέννιος έφτασε στο θύμα του. Ο Κικέρων δεν προσπάθησε να διαφύγει, ούτε ικέτευσε για τη ζωή του. Ήξερε πως αυτή ήταν η μοίρα του και, την αποδέχτηκε με αξιοπρέπεια. Ξεσκέπασε τον λαιμό του, προφέροντας τα τελευταία του λόγια.
"Δεν υπάρχει τίποτε έντιμο σε αυτό που κάνεις, στρατιώτη, αλλά τουλάχιστον προσπάθησε να το κάνεις σωστά."
Με ένα και μόνο καίριο πλήγμα, η ζωή του σπουδαιότερου υπερασπιστή της Δημοκρατίας τερματίστηκε. Και μαζί του, έσβησε και η ίδια η Δημοκρατία. Από εκείνη τη στιγμή, η 500χρονη Ρωμαϊκή Δημοκρατία έπαψε να υπάρχει. Τη θέση της πήρε μιά αυτοκρατορική απολυταρχία, που θα διαρκούσε αιώνες. Η ελευθερία είχε χαθεί.
Όμως, ο Αντώνιος δεν ικανοποιήθηκε. Διέταξε να ακρωτηριαστούν τα χέρια του Κικέρωνα, που είχαν γράψει τις πιο συγκλονιστικές ομιλίες κατά της τυραννίας. Στη συνέχεια, τα κάρφωσε, μαζί με το κεφάλι του, στο βήμα της Ρωμαϊκής Αγοράς, στο ίδιο σημείο όπου κάποτε ο Κικέρων είχε υψώσει τη φωνή του υπερασπιζόμενος την ελευθερία.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Φουλβία, σύζυγος του Αντωνίου, θέλησε να βάλει τη δική της σφραγίδα στην εκδίκηση. Άρπαξε τη γλώσσα του νεκρού Κικέρωνα και, σε μιά έκρηξη οργής, την κάρφωσε ξανά και ξανά με τη χρυσή της φουρκέτα.
Έναν αιώνα μετά τη φρικτή δολοφονία του, ο Ρωμαίος συγγραφέας Κουιντιλιανός έγραψε πως "το όνομα του Κικέρωνα είναι ταυτόσημο με την ίδια τη ρητορική." Ήταν η απόδειξη πως η φωνή του δεν είχε σιγήσει, αντίθετα, είχε περάσει στην αιωνιότητα.
Δεκατρείς αιώνες αργότερα, καθώς ο Γουτεμβέργιος τελειοποιούσε την τυπογραφική του μηχανή, το πρώτο βιβλίο που τύπωσε ήταν η Βίβλος. Και το δεύτερο, το “De Officiis” του Κικέρωνα. Τρείς αιώνες αργότερα, ο Τόμας Τζέφερσον τον αποκάλεσε "τον πρώτο δάσκαλο του κόσμου," ενώ ο Τζον Άνταμς πήγε ακόμη πιό πέρα, δηλώνοντας ότι "Σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, κανείς δεν υπήρξε σπουδαιότερος πολιτικός και φιλόσοφος από τον Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα."
Και όμως, κάποιοι θα πούν πως οι κόποι του για τη διάσωση της Δημοκρατίας πήγαν χαμένοι. Πως θυσίασε τη ζωή του για ένα ιδανικό που, στην καλύτερη περίπτωση, κατάφερε να παρατείνει για μερικές δεκαετίες. Αλλά ήταν στ' αλήθεια μάταιος ο αγώνας του;
Άν η αξία μιάς ζωής μετριέται από τη διάρκειά της, τότε ίσως ναί. Άν, όμως, μετριέται από το αποτύπωμα που αφήνει, τότε ο Κικέρων δεν απέτυχε. Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία έπεσε, αλλά οι αρχές που υπερασπίστηκε, η λογική, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, επέζησαν. Και κάθε φορά που κάποιος, σε μιά αίθουσα δικαστηρίου, σε ένα κοινοβούλιο, σε ένα βιβλίο, υπερασπίζεται αυτές τις αξίες, ο Κικέρων συνεχίζει να ζεί.
Άν, λοιπόν, είχα μία ώρα με τον Κικέρωνα, δεν θα τον ρωτούσα τίποτε. Δεν θα του ζητούσα εξηγήσεις για τις αποφάσεις του, ούτε θα τον ρωτούσα άν μετάνιωσε. Θα τον ευχαριστούσα. Θα ήθελα να ξέρει πως, δύο χιλιάδες χρόνια μετά, εξακολουθεί να είναι πηγή έμπνευσης για όσους αγαπούν την ελευθερία. Πως οι λέξεις του δεν έσβησαν, πως ακόμη διδάσκονται, πως ακόμη αγγίζουν ανθρώπους που ποτέ δεν έζησαν στη Ρώμη, που ποτέ δεν περπάτησαν στη Σύγκλητο, αλλά καταλαβαίνουν βαθιά αυτά για τα οποία πάλεψε. Γιατί, "Το θέμα με έναν ήρωα είναι ότι, ακόμη και όταν δεν φαίνεται να υπάρχει φώς στο τέλος του τούνελ, συνεχίζει να σκάβει. Συνεχίζει να προσπαθεί να κάνει το σωστό και να διορθώσει όσα χάθηκαν, όχι επειδή ξέρει πως θα νικήσει, αλλά επειδή αυτός είναι."
Και αυτός ήταν ο Κικέρων. Δεν ήταν αλάνθαστος, δεν ήταν αήττητος, δεν ήταν κάν νικητής. Αλλά συνέχισε να σκάβει. Και μόνο αυτό τον κάνει ήρωα.-
Ανάρτηση στο facebook
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μια κοινωνία που εκδικείται δεν γίνεται πιο δίκαιη, γίνεται πιο πρωτόγονη
Η μεγάλη συμβολή του Θαλή του Μιλήσιου στα μαθηματικά και τον Πολιτισμό
Ο Τόμας Στερνς Έλιοτ γράφει για την ενότητα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού
Άντον Τσέχωφ, «Ένας αριθμός»
Η «Αξία της Ζωής» της Τζέιν Άντερσον, μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε
Πολ Ελυάρ, η άσβεστη φλόγα της ελπίδας
Η μέθοδος Μπροντέλ: Διαβάζοντας αλλιώς την Ιστορία
Το Bolero του Ραβέλ έγινε 96 ετών- Δείτε τη μαγευτική Πλισέτσκαγια να το χορεύει (video)
Ο Ιωάννης Συκουτρής γράφει για το νόημα της ζωής
Ο Τάκης Παπατσώνης μπροστά σε ένα άσπρο, ελληνικό ερημοκκλήσι
δεν βρέθηκαν σχόλια επισκεπτών...