Εδώ και περισσότερο από 10 χρόνια, υπήρξαμε μάρτυρες εκδηλώσεων αυξανόμενου ενδιαφέροντος μεταξύ των διανοούμενων για το σχετικά νέο φαινόμενο της μαζικής κουλτούρας. Ο ίδιος ο όρος παράγεται προφανώς από τον κάπως παλαιότερο όρο μαζική κοινωνία.
Η αναγκαία προϋπόθεση, που υπόκειται σε όλες τις συζητήσεις του ζητήματος, είναι ότι η μαζική κουλτούρα, λογικά και αναπόφευκτα, είναι η κουλτούρα της μαζικής κοινωνίας. Το σπουδαιότερο γεγονός γύρω από τη σύντομη ιστορία και των 2 ωρών είναι ότι, παρόλο που λίγα μόλις χρόνια πριν χρησιμοποιούνταν με επιτιμητική σημασία (υποδηλώνοντας ότι η μαζική κοινωνία ήταν μια στρεβλή μορφή κοινωνίας και η μαζική κουλτούρα ήταν μια αντίφαση όρων), έγιναν πλέον αξιοσέβαστες, το θέμα αναρίθμητων μελετών και ερευνητικών προγραμμάτων τα οποία είχαν ως τελικό αποτέλεσμα, όπως κατέδειξε ο Χάρολντ Ρόζενμπεργκ, «να προσδώσουν στο κιτς πνευματική διάσταση».
Αυτή η «εκπνευμάτωση του κιτς» δικαιώνεται με την πρόφαση ότι η μαζική κοινωνία, μας αρέσει ή όχι, θα συνεχίσει να υπάρχει για το προβλεπτό μέλλον. Άρα η «κουλτούρα» της, η «λαϊκή κουλτούρα δεν πρέπει να αφεθεί στον όχλο». Ωστόσο, το ζήτημα είναι εάν ότι αληθεύει για τη μαζική κοινωνία αληθεύει και για τη μαζική κουλτούρα, ή, για να το πούμε διαφορετικά ακόμα κατά πόσο η σχέση μεταξύ μαζικής κοινωνίας και κουλτούρας θα είναι, mutatis mutandis, όμοια με τη σχέση της κοινωνίας προς την κουλτούρα που προηγήθηκε.
Το ζήτημα της μαζικής κουλτούρας θέτει πρώτα και κύρια ένα άλλο και θεμελιακό τερο ζήτημα, δηλαδή, την άκρως προβληματική σχέση κοινωνίας και κουλτούρας. Αρκεί να θυμηθούμε σε τι έκταση όλο το κίνημα της μοντέρνας τέχνης είχε σαν αφετηρία την παθιασμένη εξέγερση του καλλιτέχνη κατά της κοινωνίας ως τέτοιας (και όχι κατά της άγνωστης ακόμα μαζικής κοινωνίας) για να συνειδητοποιήσουν ότι αυτή η αρχική σχέση κάθε άλλο παρά ιδανική ήταν.
Για αυτό πρέπει να δυσπιστούμε με την επιπόλαια νοσταλγία μιας πλειάδας κριτικών της μαζικής κουλτούρας για κάποια «χρυσή εποχή» μιας καλής και καθωσπρέπει κοινωνίας. Στις μέρες μας, η νοσταλγία αυτή είναι πολύ πιο διαδεδομένη στην Αμερική παρά στην Ευρώπη, για τον απλούστατο λόγο ότι η Αμερική παρόλο που έχει εξοικειωθεί σε μεγάλο βαθμό με τον βαρβαρικό φιλισταϊσμό των νεόπλουτων, έχει μια αμυδρή μόνο γνώση του εξίσου ο χ κλήρου πολιτισμικού και καλλιεργημένου φιλισταϊσμού της ευρωπαϊκής κοινωνίας, στην οποία έχει γίνει ένα ζήτημα κύρους να μορφώνεται κανείς έτσι που να εκτιμά την κουλτούρα.
Αυτή η έλλειψη εμπειρίας ίσως να εξηγεί την αιτία που η αμερικανική λογοτεχνία και ζωγραφική άρχισε αιφνίδια να παίζει έναν τόσο αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη της μοντέρνας τέχνης, και που η επιρροή της γίνεται αισθητή σε όσες χώρες η πνευματική και η καλλιτεχνική πρωτοπορία έχει υιοθετήσει μια ειλικρινά αντιαμερικανική στάση. Το δυσάρεστο όμως είναι ότι η έντονη δυσφορία που η ίδια η λέξη «κουλτούρα» είναι πιθανόν να προκαλεί ακριβώς μεταξύ όσων είναι οι επιφανέστεροι εκπρόσωποί της μπορεί να περνά απαρατήρητη ή να μην κατανοείται ως ένδειξη μιας ανωμαλίας.
Ωστόσο, ανεξαρτήτως εάν κάποια μεμονωμένη χώρα πέρασε από το σύνολο των σταδίων της κοινωνικής ανάπτυξης τα οποία ακολούθησαν την ανάδυση της μοντέρνας εποχής, η μαζική κοινωνία εμφανίζεται όταν «η μάζα του πληθυσμού έχει ενσωματωθεί στην κοινωνία».
Και εφόσον η κοινωνία με τη σημασία της «καλής κοινωνίας» συμπεριελάμβανε όσα τμήματα του πληθυσμού διέθεταν όχι μόνον πλούτο αλλά και ελεύθερο χρόνο, δηλαδή χρόνο αφιερωμένο σε «κουλτούρα», η μαζική κοινωνία πράγματι αποκαλύπτει μια νέα κατάσταση πραγμάτων στην οποία η μάζα του πληθυσμού έχει απελευθερωθεί από το βάρος της εξοντωτικής δουλειάς μέχρι του σημείου να διαθέτει αρκετό αργόσχολο χρόνο για «κουλτούρα». Κατά συνέπεια, μαζική κοινωνία και μαζική κουλτούρα δείχνουν να είναι αλληλένδετα φαινόμενα, όμως ο κοινός παρονομαστής τους δεν είναι η μάζα αλλά μάλλον η κοινωνία στην οποία οι μάζες έχουν αφομοιωθεί.
Από ιστορική και εννοιολογική έποψη, η μαζική κοινωνία προ λογιστή και από την κοινωνία ακόμα και η κοινωνία είναι ένας πιο γενικός όρος από τη μαζική κοινωνία.
Η κοινωνία μπορεί επίσης να χρονολογηθεί και να περιγραφεί ιστορικά. Σίγουρα, είναι προγενέστερη της μαζικής κοινωνίας όχι όμως και της μοντέρνας εποχής. Στην πραγματικότητα, όλα τα γνωρίσματα που ανακάλυψε εν τω μεταξύ η ψυχολογία των όχλων στον μαζικό άνθρωπο: η μοναξιά του (και μοναξιά δεν είναι η απομόνωση ή ο μονήρης βίος), ανεξαρτήτως της προσαρμοστικότητας του, η διεγερσιμότητα του και η έλλειψη κριτηρίων, η ικανότητά του να καταναλώνει, σε συνδυασμό με την ανικανότητά του να κρίνει ή έστω να διακρίνει, και πάνω από όλα ο εγωκεντρισμός του και εκείνη η αναπόδραστη αποξένωση από τον κόσμο που μετά τον Ρουσσώ συγχέεται με την αυτοαποξένωση, όλα αυτά τα γνωρίσματα παρουσιάστηκαν στην καλή κοινωνία, όπου δεν ετίθετο ζήτημα μαζών, τουλάχιστον αριθμητικώς.
Η καλή κοινωνία, όπως την γνωρίζουμε από τον δέκατο όγδοο και τον δέκατο ένατο αιώνα, είναι προφανές ότι προέρχεται από τις ευρωπαϊκές αυλές της απολυταρχικής εποχής, ιδίως από την αυλική κοινωνία του Λουδοβίκου XIV, ο οποίος για να μειώσει την πολιτική σημασία των Γάλλων ευγενών, χρησιμοποίησε την απλούστατη μέθοδο της συγκέντρωσής τους στις Βερσαλλίες.
Εκεί τους μεταμόρφωσε σε αυλικούς και τους έβαλε να διασκεδάζουν ο ένας τον άλλον δια μέσου δολοπλοκιών, σκευωριών και ακατάπαυστης σπερμολογίας, που ήταν το αναγκαίο επακόλουθο σ’ αυτό το ατελείωτο γλεντοκόπι. Άρα ο αληθινός πρόδρομος του μυθιστορήματος, αυτής της απόλυτα μοντέρνας καλλιτεχνικής μορφής, δεν είναι το πικαρέσκο ρομάντζο περιπετειών και ιπποτών αλλά οι «Αναμνήσεις» του Σαιν Σιμόν, ενώ το μυθιστόρημα καθαυτό συνέβαλε αναμφίβολα στην ανάδυση των κοινωνικών επιστημών και της ψυχολογίας, που αμφότερες εστιάζονται ακόμα σε συγκρούσεις μεταξύ της κοινωνίας και του ατόμου.
Ο αληθινός πρόδρομος του μοντέρνου μαζικού ανθρώπου είναι αυτό το άτομο, το οποίο προσδιορίστηκε και δίχως άλλο ανακαλύφθηκε από όσους, όπως ο Ρουσσώ το δέκατο όγδοο αιώνα και ο Τζον Στιούαρτ Μιλ τον δέκατο ένατο αιώνα, βρέθηκαν σε ανοικτή αντιπαράθεση με την κοινωνία.
Έκτοτε, η ιστορία της σύγκρουσης μεταξύ της κοινωνίας και των ατόμων επαναλήφθηκε ξανά και ξανά τόσο στην πραγματικότητα όσο και στη μυθιστοριογραφία. Το μοντέρνο, και όχι πλέον τόσο μοντέρνο, άτομο αποτελεί μέρος και τμήμα της κοινωνίας απέναντι στην οποία πασχίζει να υψώσει το ανάστημά του και η οποία πάντοτε κάτι ισχύει…
(απόσπασμα από το φερώνυμο άρθρο της που γράφτηκε το 1963)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η Έλλη Λαμπέτη έκανε πάντοτε κάτι αναπάντεχο...
«Περίμενα» του Παναγιώτη Κανελλόπουλου
Ο Πάμπλο Πικάσο μιλά για την τέχνη, τη ζωή, τη ζωγραφική, τον Ραφαήλ...
Πώς το χρήμα νίκησε το σκάκι: Η περίπτωση του Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα
«Αν είναι νάρθη, θεναρθή» από τον Κώστα Ουράνη
Η Νέκυια του Άλμπρεχτ Ντίτεριχ στο πατάρι του Gutenberg
Λέων Τολστόι: Οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν την τρέλα τους...
Οι άνθρωποι ερωτεύονται μόνο και μόνο επειδή βαριούνται
Πολ Ελυάρ: Η άσβεστη φλόγα της ελπίδας
Το Bolero του Ραβέλ έγινε 96 ετών- δείτε τη μαγευτική Πλισέτσκαγια να το χορεύει (video)
Πώς ξύπνησε μέσα στην ψυχή του Οσυσσέα Ελύτη το Άξιον Εστί
Έρνεστ Χέμινγουεϊ: Το πιο πολύτιμο δώρο που μπορείτε να κάνετε είναι...
Λοτρεαμόν, ένας από τους σπουδαιότερους προδρόμους του συμβολισμού
δεν βρέθηκαν σχόλια επισκεπτών...